Γλωσσάριο από τα Ελληνικά στα Αγγλικά
- Ακεραιότητα
- Integrity
- Αμετάβλητα μέσα
- Immutable media
- Αρχεία εφεδρείας
- Backup files
- Ασφάλεια
- Security
- Διαθεσιμότητα
- Availability
- Δούρειος ίππος
- Trojan horse
- Έλεγχος πρόσβασης κατά την κρίση του χρήστη
- Discretionary access control
- Εμπιστευτικότητα
- Confidentiality
- Επαναχρησιμοποιήσιμοι κωδικοί
- Reusable passwords
- Ημερολόγια ελέγχου
- Audit logs
- Ιός
- Virus
- Κρυπτογραφία
- Cryptography
- Μοναδικών σημείων βλάβης
- Single failure points
- Ομάδα αντιμετώπισης περιστατικών
- Incident response team
- Πολιτική αποδεκτής χρήσης
- Acceptable use policy
- Πολιτική απομακρυσμένης χρήσης
- Remote access policy
- Πολιτική για ειδική πρόσβαση
- Special access policy
- Πολιτική για σύνδεση στο δίκτυο
- Network connection policy
- Πολιτική λογαριασμών χρηστών
- User account policy
- Πολιτική προστασίας δεδομένων
- Data protection policy
- Προσωποποίηση
- Impersonation
- Σκουλήκι
- Worm
- Υπεύθυνος ασφάλειας πληροφοριακών συστημάτων
- Computer security officer
- Υποχρεωτικός έλεγχος πρόσβασης
- Mandatory access control