Και εδώ, ο βασικός σκοπός του μοντέλου είναι να καταστήσει δυνατή την επικοινωνία δύο ή περισσοτέρων εφαρμογών ή συνθετικών, ακόμα και στην περίπτωση που αυτά διαφέρουν ως προς την προέλευση, τη γλώσσα προγραμματισμού, τα μηχανήματα στα οποία βρίσκονται και τα λειτουργικά συστήματα κάτω από τα οποία τρέχουν.
Ο "μηχανισμός λειτουργίας του μοντέλου είναι παρόμοιος με αυτόν της CORBA. Βασικό ρόλο παίζουν οι διασυνδέτες τα οποία δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σαφές διατυπωμένο "συμβόλαιο" μεταξύ των "κομματιών" λογισμικού, το οποίο περιέχει ένα σύνολο από σχετικές λειτουργίες. Όταν λέμε ότι ένα αντικείμενο υλοποιεί έναν διασυνδέτη αυτό σημαίνει ότι το αντικείμενο αυτό υλοποιεί κάθε λειτουργία του.
Πως γίνεται, όμως, η διαδικασία της αιτήσεως κάποιων λειτουργιών από έναν πελάτη;
Για να μπορέσει ένας πελάτης να εξυπηρετηθεί από κάποιο αντικείμενο, θα πρέπει η γλώσσα προγραμματισμού, στην οποία είναι υλοποιημένος, να έχει τη δυνατότητα δημιουργίας δεικτών και να καλεί συναρτήσεις μέσω των δεικτών. Θα πρέπει λοιπόν ο πελάτης να έχει τον κατάλληλο δείκτη προς τον επιθυμητό διασυνδέτη τον οποίο περιέχει τις επιθυμητές από τον πελάτη λειτουργίες.
Στην περίπτωση όμως που ο πελάτης δεν έχει τον κατάλληλο δείκτη προς το επιθυμητό διασυνδέτη, τότε απευθύνεται προς την COM δίνοντας σαν στοιχεία την ταυτότητα της κλάσης του εξυπηρετητή που επιθυμεί ο πελάτης και τον τύπο του, δηλαδή εάν είναι:
Όπως έγινε σαφές, ο κάθε πελάτης μπορεί να είναι υλοποιημένος σε οποιαδήποτε γλώσσα προγραμματισμού, αρκεί αυτή να υποστηρίζει την κατασκευή και την χρήση δεικτών. Για τα "interfaces", όμως, υπάρχει και εδώ μία "IDL" (interface Definition Language) η οποία επιτρέπει και βοηθάει τους σχεδιαστές να κατασκευάζουν διασυνδέτες.